Αυτή η χρονιά ξεκίνησε με ένα βιβλίο που είχα αρχίσει να διαβάζω τις τελευταίες μέρες του 2017, το Καρυδότσουφλο του Ian McEwan. Το διάλεξα γιατί βρήκα την υπόθεση που περιγράφεται στο οπισθόφυλλο άκρως πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα. Τα κατάφερε όμως να ανταποκριθεί στις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν;
Η συνταγή πολλά υποσχόμενη: αγέννητο έμβρυο διηγείται το οικογενειακό του δράμα ως άλλος Άμλετ. Και ποιο είναι αυτό; Η κυοφορούσα μητέρα του απατάει τον (ποιητή) πατέρα του με τον (αδιάφορο και βαρετό) αδερφό του. Οι δυο εραστές μηχανορραφούν προκειμένου να βγάλουν τον πατέρα από τη μέση για οικονομικούς λόγους. Αλλά το έμβρυο είναι εκεί, τα ξέρει όλα, τα νιώθει, τα ακούει και αποφασίζει να λάβει δράση.
Η εκτέλεση, δυστυχώς, κάπου το έχασε. Η γραφή δε μου φάνηκε κακή, αλλά «χάθηκε» μέσα στα τόσα πολιτικά σχόλια και στις λογοτεχνικές αναφορές που αποφάσισε να κάνει ο συγγραφέας.
Το έμβρυο ως αφηγητής είναι απαισιόδοξος και γκρινιάρης. Υπάρχουν σποραδικά κάποια ψήγματα αισιοδοξίας και ελπίδας για τη ζωή που έρχεται, αλλά γρήγορα θάβονται από την μιζέρια και τη μισανθρωπία του. Δεν έχει βγει καν από τη μήτρα κι όμως μιλάει σαν παππούς που θεωρεί ότι περιβάλλεται από χαζούς ανθρώπους. Κριτικάρει τα πάντα: την εξωτερική πολιτική των κρατών, την -κακομαθημένη κατ’ αυτόν- γενιά των millennials, τη διεμφυλικότητα (!), την πολιτική ορθότητα, γενικώς οτιδήποτε δεν του κάθεται καλά και θέλει να το βγάλει από μέσα του, το βγάζει. Και όχι μόνο αυτό, αλλά δεν τα σατιρίζει καν πετυχημένα. Παραθέτω:
«Το αισθάνεσθαι είναι η βασίλισσα. Εκτός αν αυτοπροσδιορίζεται ως βασιλιάς».
Το εάν συμφωνώ ή διαφωνώ με τις απόψεις του δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Ο λόγος που το αναφέρω ως αρνητικό είναι ότι δεν περίμενα σε ένα τέτοιο βιβλίο να κοτσάρει κάποιος την αποψάρα του για τα πάντα και μάλιστα υπό το πρίσμα ενός αγέννητου παιδιού. Να το θέσω ακόμη πιο απλά: δε διαβάζω λογοτεχνία για να ακούω το μακρύ και το κοντό του κάθε γκρινιάρη που θέλει να παραπονεθεί για τον κόσμο και να μας ενημερώσει για το τι θεωρεί στραβό στην κοινωνία (γι’ αυτό υπάρχει το ίντερνετ, άλλωστε). Δε λέω ότι το πολιτικό σχόλιο δεν έχει θέση στη λογοτεχνία, κάθε άλλο. Απλώς θεωρώ ότι επιλέχθηκε το λάθος σενάριο γι’ αυτή τη δουλειά, η οποία δεν εκτελέστηκε και καλά συν τοις άλλοις. Γι’ αυτό και το αποτέλεσμα είναι ένα μυθιστόρημα σύντομο μεν, μπερδεμένο δε.
Δεν ξέρω τι περίμενα να διαβάσω, καθώς η υπόθεση είναι αρκετά ασυνήθιστη, πάντως μπερδεύτηκα και απογοητεύτηκα. Οι χαρακτήρες είναι αδιάφοροι, αν όχι αντιπαθητικοί. Λίγη σημασία δίνεται εν τέλει στην υπόθεση, ο συγγραφέας χάνει την ισορροπία και εστιάζει αλλού. Η πορεία και η έκβαση της κεντρικής ιστορίας είναι αρκετά ενδιαφέρουσες εάν τις δει κανείς αυτόνομα, αλλά φτάνοντας στο τέλος είχε πάψει πλέον να με νοιάζει τι θα γίνει. Ήθελα μόνο να σταματήσω να ακούω στο κεφάλι μου τη γκρίνια του εμβρύου.
Μπορεί τελικά εγώ να μην καταλαβαίνω τη γραφή του κύριου McEwan, μπορεί έτσι να είναι γενικότερα: μυθιστοριογραφία κεντημένη -ή μάλλον μπαλωμένη- με τις πολιτικές απόψεις του. Όμως, για να είμαι ειλικρινής, μετά από αυτό το βιβλίο δεν είμαι πλέον περίεργη να μάθω προς τι ο τόσος ντόρος για το όνομά του.
Βαθμολογία: ★★☆☆☆ (2/5)
Advertisements Share this: